
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, η γαλοπούλα απαντάται για πρώτη φορά, ανάμεσα σε τεράστιες φυτείες καλαμποκιού, οι Ισπανοί κατακτητές που έφτασαν στο Μεξικό τον 17ο αιώνα. Πιστεύοντας μάλιστα ότι είχαν ανακαλύψει τις Ινδίες, ονόμασαν αυτό το εντυπωσιακά μεγάλο πουλερικό, «ινδική όρνιθα», ονομασία που αποτελεί μέχρι σήμερα τον επιστημονικό της όρο. Όταν αποφάσισαν, εκεί γύρω στα 1824 να μεταφέρουν τη γαλοπούλα από το Νέο Κόσμο στη Γηραιά Ήπειρο, δεν μπορούσαν να φανταστούν την εξέλιξη και την πορεία του παράξενου αυτού πουλιού, που σύντομα θα κατακτούσε τα χριστουγεννιάτικα τραπέζια της Ευρώπης. Μέχρι τότε, η κότα, η χήνα, η πάπια ακόμα και ο κύκνος αποτελούσαν αγαπημένες γαστριμαργικές επιλογές των Ισπανών, των Άγγλων και των Γάλλων για την ημέρα των Χριστουγέννων. Ωστόσο, το μέγεθος της γαλοπούλας την έκανε αμέσως ελκυστική και ιδανική για οικογενειακά γεύματα.
Μια άλλη άποψη αναφέρει ότι για πρώτη φορά οι γαλοπούλες εμφανίστηκαν στη Μακεδονία και ότι τις διέδωσε ο βασιλιάς Μελέαγρος. Ηταν γιος του Οινέα -βασιλιά της Καλυδώνας- και της Αλθαίας. Αυτό μάλλον πολύ «ελληνικό» ακούγεται. Στη χώρα μας συνήθιζαν τη μέρα των Χριστουγέννων να μαγειρεύουν για το εορταστικό τραπέζι κοτόσουπα. Η κοτόσουπα διατηρείται ακόμα σαν έθιμο κυρίως σε κάποιες ορεινές περιοχές της Θεσσαλίας. Σήμερα οι νοικοκυρές μαγειρεύουν ξεχωριστά την γαλοπούλα για την μέρα των Χριστουγέννων, βάζοντας γέμιση με ρύζι, κουκουνάρι, σταφίδες και κάστανα.
Λέγεται, ακόμη, ότι ο Ερρίκος Η’ ήταν ο πρώτος Βρετανός μονάρχης που τεμάχισε γαλοπούλα σε γιορτινό τραπέζι, κάτι που ακόμα και σήμερα στην Ημέρα των Ευχαριστιών στην Αμερική όπου τρώγεται η γαλοπούλα, θεωρείται αποκλειστική υπόθεση του αρχηγού της οικογένειας.
Leave a Reply